ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Πες μου δεν έχεις βαρεθεί
ζωή να με πληγώνεις
μόλις θα φτάσω στην πηγή
εσύ να τη θολώνεις


Ζωή με βγάζεις στ’ ανοιχτά
ζωή με πας στα άκρα
χωρίς πυξίδα και κουπιά
και μου τρυπάς τη βάρκα


Εικονική εκτέλεση
όλη μου η ζωή
με φτάνεις στο απόσπασμα,
παίρνω αναβολή

Ζωή στα γόνατα με θες
να σε παρακαλάω,
για λίγες όμορφες στιγμές
απώλειες μετράω.

Μη μου κουνάς το δάχτυλο
εγώ δεν θα λυγίσω
εφάρμοσε τις απειλές
ή άσε με να ζήσω

7/11/2009

ΜΑΛΛΙΝΟ ΡΟΥΧΟ

Όμορφα λόγια
τα είπες σε μένα
που να το ξέρω
πως ήταν κλεμμένα

Σ’ ένα βιβλίο
τα βρήκες γραμμένα
ήταν για μένα
κομμένα ραμμένα

Ζεστά τα λόγια σου
μάλλινο ρούχο
εμένα έβαλες
σαν δικαιούχο

Ψεύτικα λόγια
και μελωμένα
όνειρα έκανα
κι εγώ για σένα

Κι όταν σε πίστεψα
άλλαξες γλώσσα
υπάρχουν θύματα
τόσα και τόσα

Όμως στον έρωτα
υπάρχει νόμος
εσύ θα είσαι
η κληρονόμος

15/12/2004

ΤΟ ΒΑΡΚΑΚΙ

Πήραμε και γέρνουμε
μπάζουμε νερά
τα ‘χει τετρακόσια
μονάχα η οκά

Χρόνια το βαρκάκι
στους ωκεανούς
πέρασες μαζί μου
δύσκολους καιρούς

Φτάσουμε δε φτάσουμε
μη στεναχωριέσαι
ζήσαμε Οδύσσεια
θα ‘χεις να καυχιέσαι

Είσαι στο τιμόνι
είμαι στα κουπιά
κράτα όπως πάμε
βλέπω τη στεριά

28/6/2002

ΣΑΝ ΧΑΡΤΟΠΟΛΕΜΟ

Στερνά αισθήματα, θα πλέξω αλυσίδα
να γατζωθείς, θύμα στο βούρκο μη βρεθείς
καινούρια έγραψες χθες βρώμικη σελίδα
απατηλός ο δρόμος που ακολουθείς

Σαν χαρτοπόλεμο τα λόγια μου τα παίρνεις
μες σε γιορτή, σε πανηγύρι τα σκορπάς
μάσκας χαμόγελο, το πρόσωπό σου γέρνεις
σε ξένους ώμους, τα χέρια σου τρυπάς

Στερνές ελπίδες, λιγοστές, γεμάτες βάρος
η αλυσίδα, κρίκους σκόρπισε στη γη
κορίτσι άγουρο σου τρύγησαν το κάλλος
και πρωτοσέλιδο σε είδα μιαν αυγή

24/10/1982

ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Πόλεμος ειρήνη δόξα
χρήμα πονηριά και λόξα
άνθρωπος μυαλό μεγάλο
για καταστροφή το πλάνο

Χορταριασμένα μνήματα
ήρωες ξεχασμένοι
στη χώρα του πολιτισμού
η μνήμη σκουριασμένη

Πήραν τσεκουρια Ανθελληνες
και κοβουνε τις ρίζες
λίγα τα ήθη μείνανε
τα ξόδεψαν στις μίζες

Ρίξαν τα ζάρια προεστοί
και παίξαν τον μανδύα
και ασελγούν επάνω της
ξενόφερτα θηρία

Και τα παιδιά στην αίθουσα
στα μάτια με κοιτάνε
ποιοί την Ελλάδα πούλησαν
και ποιοί την αγαπάνε

1/5/1982

ΚΥΜΑΤΑ ΠΙΚΡΑΣ

Μελαγχολία φθινοπώρου
φόβος του φύλλου και του μόνου
γίνεται η θάλασσα κακιά
κύματα πίκρας στην καρδιά

Σπέρνει στο νου μου η ερημιά
καλλιεργεί τη λησμονιά
κραυγές πνιχτές κάνω δεήσεις
τη μοναξιά μου να θερίσεις

Έλα γλυκιά μου μην αργήσεις
και συ καρδιά μη σταματήσεις
θά'ρθει σαν ήλιος στη βροχή
σαν χελιδόνι θα φανεί
πού'χει την άνοιξη πλεγμένη
στα φτερά του

5/1/1983

ΛΥΠΗΘΗΚΑΝΕ ΤΑ ΖΩΑ

Βουβαθήκαν τα μελίσσια
σταματήσαν τα ποτάμια να κυλούν
τα πουλιά πάψαν κι ακούνε
και τ' αγρίμια βουρκομένα τον κοιτούν

Τσιμεντούπολις, θλιμμένος επισκέπτης
με φλογέρα τους μιλά
μελωδία, πληγωμένη ψιθυρίζει
και το δάκρυ τους κυλά

Για μια κάμα που γυαλίζει μες τη νύχτα
αίμα τρέχει στα σκαλιά
στα σκουπίδια κάποιος γέρος ψαχουλεύει
τον γαβγίζουν τα σκυλιά

Λυπηθήκανε τα ζώα τους ανθρώπους
μίσος πήρε τα κουπιά
αποκτήσανε τα φίδια τώρα τρόπους
σέρνεται η ανθρωπιά

20/6/1983

ΓΕΜΑΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Χθες, θυμωμένος, ουρανός με απειλούσε
μελαγχολία, μοναξιά, λείπεις εσύ
τρελός αγέρας, με αντίδραση μιλούσε
τρέχαν τα σύννεφα, βροχή δέρνει τη γή

Είναι γεμάτο, απόψε το φεγγάρι
βαρύ το χώμα, μυρωδάτο, δροσερό
είναι τ'αγέρι, κλειδωμένο στο πιθάρι
γαλήνη απλώνεται, γλυκιά μου είσαι εδώ

Αστέρια λάμπουνε, ψηλά στέκουν με χάρη
πολλά φεγγάρια, σκορπισμένα συναντώ
κάθε λακούβα, στολισμένη με φεγγάρι
κάθε δρομάκι της ψυχής μου φωτεινό

17/2/1983

ΓΕΡΑΣΜΕΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Συνείδηση άδεια γεμάτο ψυγείο
ηθική ανθρωπιά γερασμένο σχολείο
πονηριά απονιά το καινούριο θρανίο
κι η φωνή της καρδιάς βραχνιασμένο ωδείο

Κινάς τα νήματα πολλά τα θύματα
μετράς τα χρήματα, ξεχνάς τα κρίματα
την Κυριακή ένα κερί στην εκκλησσιά

Λαδώνεις λίματα, κάνουν θελήματα
σκάβουνε κτήματα, πουλάς ευρήματα
δε θα φτωχύνει η Ελλάδα πιο πολύ

Περνάς τα κύματα, έχεις στηρίγματα
γυρνάς ιδρύματα, βγάζεις κυρήγματα
μοιράζεις τρίμματα κι όλα καλά

Έρχονται γήρατα, βαριά τα βήματα
φέρνουν μηνύματα, τα αδικήματα
κι όλα τα κρίματα σε καρτερούν

3/3/1987

ΓΕΡΑΣΜΕΝΗ ΜΟΥ ΠΑΤΡΙΔΑ

Πού είν' τα πάρκα κι οι πλατείες;
τα γήπεδα στις συνοικίες
πού είναι τα παιδιά;

Πού είν' τα παλιά τα πηγαδάκια;
φωνές και γέλια στα σοκάκια
μονάχη η γιαγιά

Στα χωριά ακούς τους σκύλους
μες στις πόλεις μηχανές
ούτε γέλιο ούτε κλάμα
μες τις παιδικές χαρές

Το παιδικό χαμόγελο
με γέμιζε ελπίδα
γύρισα πόλεις και χωριά
κυρτές φιγούρες είδα

Γερασμένη μου πατρίδα
στα Βαλκάνια κατοικείς
μα μου είπαν πως σε είδαν
στην καρδιά της Αφρικής

28/2/1990

ΣΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Στα παραμύθια η ζωή
γλυκιά σαν μέλι
στα παραμύθια ο κακός
πάντα πεθαίνει

Στον ύπνο πιάνουνε το δράκο
και του ανοίγουνε το λάκκο
τη μάγισσα στην πίσσα καίνε
δεν έχουν λόγο για να κλαίνε

Κι ο άτυχος ο ξυλοκόπος
τα φέρνει βόλτα όπως όπως
μέχρι που σώζει την ωραία
και στο παλάτι ζούν παρέα

Στρώνουν τραπέζι οι αρχόντοι
και οι φτωχοί βάζουνε δόντι
πίνουνε, τρώνε, τραγουδάνε
ανέμελη ζωή περνάνε

Στα παραμύθια η ζωή
κόπους δεν θέλει
στα παραμύθια κι ο φτωχός
τη βγάζει μέλι
μα στην αλήθεια η ζωή
γλιστρά σαν χέλι

17/10/1984

ΒΙΒΛΙΟ ΜΑΤΩΜΕΝΟ

'Εκφραση, μουντός, θλιμμένος ουρανός
είναι το βλέμμα σου, ελάφι τρομαγμένο
υπερηφάνεια, καθηλωμένος αετός
η φαντασία σου, ποτάμι παγωμένο

Στάσιμα θολά νερά, τα αισθήματά σου
έξω απ' τη στάνη, μαύρο πρόβατο γυρνάς
σ' ένα καρότσι, κουβαλάς τα όνειρά σου
σ' ένα καρότσι, τη ζωή σου την περνάς

Και η καρδιά σου, βιβλίο ματωμένο
σελίδες λείπουν στο ράφι σκονισμένο
ένα βιβλίο η ζωή σου ξεχασμένο
το δράμα σήμερα, είναι ξεπερασμένο.

2/2/1982

ΒΟΛΤΑ ΜΕ ΒΑΡΚΑ

Κάθε που πνίγομαι, στη μοναξιά μου βόλτα τάζω
κάθε που νιώθω τον καημό να μ'απειλεί
μέσα στη βάρκα μου, τους δήθεν φίλους βάζω
συ μου τους χάρισες σε μιαν επιστολή

Γέρνω τη βάρκα και το φόβο μου τρομάζω
τα όνειρά μου, παραγάδι αδειανό
και στο κορμί πάνω της θάλασσας χαράζω
τ'όνομά σου κι ένα μήνυμα στερνό

Γελάει ο πόνος, χαίρεται η θλίψη
ευτυχισμένη δείχνει να' ναι η μοναξιά
κρυφά η μοίρα μου σπρώχνει να πνίξει
δύο δράμια ελπίδα ήταν μια παρηγοριά

Γλεντήστε φίλοι μου βόλτα με βάρκα
και απειλές ποτέ ξανά δεν θα δεχτώ
δεν φταίω εγώ, εσείς με φτάσατε στα άκρα
τρύπια η βάρκα, ξέχασα να σας το πώ.

25/7/2001

ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΔΟΥΛΕΙΑ Ο ΚΑΙΡΟΣ


Στις μύτες πατάει  καιρός
στις μύτες πατάει σαν εχθρός
και σού'ρχεται πάντα απ'τα νώτα
του χάρου σε πέρνουνε τα χνώτα

Παιχνίδια σκαρώνει ο καιρός
κι αναβοσβήνει το φως
της νύχτας τα ρούχα τα πλένει
στο σύρμα η μέρα απλωμένη

Δεν έχει δουλειά ο καιρός
γυναίκα, παιδιά, δυστυχώς
δανείζεται ξένες αγάπες
του κόσμου φορτώνει τις πλάτες

Μη σβήνεις γλυκιά μου το φώς
και δώσ' μου φιλιά συνεχώς
εγώ μες τα μάτια σου τρέχω
δυό νέους για πάντα μας βλέπω

25/11/1999

ΑΥΤΟΦΩΤΟ ΑΣΤΕΡΙ


Είσαι αστέρι, ετερόφωτο στη σκέψη
που σου φωτίζουν, την απάνθρωπη τροχιά
σπιούνο σε θέλουν, την αλήθεια να σπιλώνεις
και σαν διψάσεις σε ποτίζουν προστυχιά

Υπήρξα μάρτυς μιας γενιάς κυνηγημένης
δύσκολα χρόνια και το τίμημα ακριβό
είμαι πια μάνα, μιας γενιάς υπνωτισμένης
εύκολα λόγια μα το μέλλον θλιβερό

Δώστε μου βάσανα, φέρτε καημούς
θλιμμένα πρόσωπα, βρώμικους νους
δώστε μου θύματα, φέρτε κι αυτούς
που τους προσφέρουνε τους ουρανούς

Γίνε αγόρι μου, αυτόφωτο αστέρι
φτύσε κατάμουτρα ψευτιά και προστυχιά
πιάσε παιδί μου την αλήθεια απ' το χέρι
δώσε ελπίδα στην επόμενη γενιά

5/5/1983